Αυτές τις σκοτεινές μέρες που ζούμε, κάτι μ’ έσπρωξε να ΞΑΝΑδιαβάσω το βιβλίο του Χ. Α. Χωμενίδη «ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΚΑΙ ΤΟ ΚΕΛΛΙ» (εκδόσεις Πατάκη 2005)
Το βιβλίο περιγράφει τη σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ ενός μέλους τρομοκρατικής οργάνωσης με έναν επιχειρηματία συγγενή θύματός της. Δυο τρία αποσπάσματα θα σας δείξουν γιατί το θυμήθηκα και το ξανάπιασα στα χέρια μου.
Τρομοκράτης: «Εσύ περνιέσαι για κανονικός Δημήτρη; Πόσα χρόνια έχεις να ξεροσταλιάσεις στη στάση κι ύστερα να στριμωχτείς σ’ ένα λεωφορείο που αγκομαχάει, ή να εγκλωβιστείς στην κίνηση μέσα σ’ ένα αυτοκίνητο αγορασμένο με γραμμάτια και καταδικασμένο να ακολουθεί καθημερινά την ίδια διαδρομή σπίτι δουλειά, δουλειά σπίτι; Έχεις ποτέ μετρήσει τα λεφτά σου για να βγάλεις το μήνα; Έχεις αναγκαστεί να μένεις μέσα τα βράδια και να στήνεσαι μπροστά στην τηλεόραση ενώ η γυναίκα σου σιδερώνει, τα παιδιά σου μασουλάνε γαριδάκια και γκρινιάζουν; Έχεις στηθεί σε ουρά δημόσιας υπηρεσίας, έχεις εκλιπαρήσει για ένα κρεβάτι σε δημόσιο νοσοκομείο, έχεις χτυπήσει την πόρτα βουλευτή για να ανταλλάξεις την ψήφο σου μ’ ένα μικρό ρουσφέτι; Έτσι ζει ο κανονικός κόσμος Δημήτρη, παγιδευμένος σ’ ένα πλέγμα πρακτικών προβλημάτων και πεζών αναγκών που βαθμιαία τον αποκτηνώνουν. Αντί να χαίρεται τη σύντομη ύπαρξή του, καταντάει να ψευτοπαρηγοριέται καταναλώνοντας σκουπίδια: μεταλλαγμένα τρόφιμα, βλακώδη μουσική, φτηνά θεάματα… Παθιάζεται με το ποδόσφαιρο, συμπληρώνει μετά μανίας δελτία λότο και προπο, φαντασιώνεται και πιθηκίζει τις ζωές των πλουσίων, των ωραίων και των επιτυχημένων. Ξέρει πολύ καλά πόσο δύσκολο είναι να ανεβεί κανείς κοινωνικά σεβόμενος τους κανόνες του παιγνιδιού, ανέχεται ωστόσο τις μπαγαποντιές των ισχυρών, εφ όσον και σ’ εκείνον αναλογεί ένα ελάχιστο μερίδιο διαφθοράς. Πώς να κατηγορήσεις τον επιχειρηματία που κερδίζει με σημαδεμένα χαρτιά προμήθειες δισεκατομμυρίων από το δημόσιο, όταν κι εσύ ο υπάλληλος λαδώνεσαι όπου και όσο μπορείς; Πώς να δυναμιτίσεις ένα σύστημα που σ’ έχει πείσει ότι αποτελείς κομμάτι του; Κάνεις το κορόϊδο, επαναπαύεσαι στη μιζέρια σου. Μέσα σου όμως ο θυμός σιγοβράζει, κι όταν κάποιοι παίρνουν για λογαριασμό σου μια έστω και συμβολική εκδίκηση, πλημμυρίζεις από βουβή ικανοποίηση…»
Το βιβλίο περιγράφει τη σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ ενός μέλους τρομοκρατικής οργάνωσης με έναν επιχειρηματία συγγενή θύματός της. Δυο τρία αποσπάσματα θα σας δείξουν γιατί το θυμήθηκα και το ξανάπιασα στα χέρια μου.
Τρομοκράτης: «Εσύ περνιέσαι για κανονικός Δημήτρη; Πόσα χρόνια έχεις να ξεροσταλιάσεις στη στάση κι ύστερα να στριμωχτείς σ’ ένα λεωφορείο που αγκομαχάει, ή να εγκλωβιστείς στην κίνηση μέσα σ’ ένα αυτοκίνητο αγορασμένο με γραμμάτια και καταδικασμένο να ακολουθεί καθημερινά την ίδια διαδρομή σπίτι δουλειά, δουλειά σπίτι; Έχεις ποτέ μετρήσει τα λεφτά σου για να βγάλεις το μήνα; Έχεις αναγκαστεί να μένεις μέσα τα βράδια και να στήνεσαι μπροστά στην τηλεόραση ενώ η γυναίκα σου σιδερώνει, τα παιδιά σου μασουλάνε γαριδάκια και γκρινιάζουν; Έχεις στηθεί σε ουρά δημόσιας υπηρεσίας, έχεις εκλιπαρήσει για ένα κρεβάτι σε δημόσιο νοσοκομείο, έχεις χτυπήσει την πόρτα βουλευτή για να ανταλλάξεις την ψήφο σου μ’ ένα μικρό ρουσφέτι; Έτσι ζει ο κανονικός κόσμος Δημήτρη, παγιδευμένος σ’ ένα πλέγμα πρακτικών προβλημάτων και πεζών αναγκών που βαθμιαία τον αποκτηνώνουν. Αντί να χαίρεται τη σύντομη ύπαρξή του, καταντάει να ψευτοπαρηγοριέται καταναλώνοντας σκουπίδια: μεταλλαγμένα τρόφιμα, βλακώδη μουσική, φτηνά θεάματα… Παθιάζεται με το ποδόσφαιρο, συμπληρώνει μετά μανίας δελτία λότο και προπο, φαντασιώνεται και πιθηκίζει τις ζωές των πλουσίων, των ωραίων και των επιτυχημένων. Ξέρει πολύ καλά πόσο δύσκολο είναι να ανεβεί κανείς κοινωνικά σεβόμενος τους κανόνες του παιγνιδιού, ανέχεται ωστόσο τις μπαγαποντιές των ισχυρών, εφ όσον και σ’ εκείνον αναλογεί ένα ελάχιστο μερίδιο διαφθοράς. Πώς να κατηγορήσεις τον επιχειρηματία που κερδίζει με σημαδεμένα χαρτιά προμήθειες δισεκατομμυρίων από το δημόσιο, όταν κι εσύ ο υπάλληλος λαδώνεσαι όπου και όσο μπορείς; Πώς να δυναμιτίσεις ένα σύστημα που σ’ έχει πείσει ότι αποτελείς κομμάτι του; Κάνεις το κορόϊδο, επαναπαύεσαι στη μιζέρια σου. Μέσα σου όμως ο θυμός σιγοβράζει, κι όταν κάποιοι παίρνουν για λογαριασμό σου μια έστω και συμβολική εκδίκηση, πλημμυρίζεις από βουβή ικανοποίηση…»
άλλο απόσπασμα προσεχώς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου