Αυτή η λαϊκή ρήση που καθιερώθηκε με την ίδρυση του Ελληνικού κράτους και συνεχίζει να ισχύει μέχρι και την πρόσφατη «επανίδρυση» με την ευγενική μέριμνα όλων των κυβερνητών, με εξαίρεση τον Καποδίστρια ο οποίος και γι αυτό δολοφονήθηκε, αυτή η ρήση λοιπόν δεν ήταν δυνατό να μην ισχύει και στον αθλητισμό.
Όσα χρόνια είμαι φίλαθλος δεν θυμάμαι να έγινε κάποιος πρώτος χωρίς βοήθεια, προστασία, υποστήριξη. Από τον μακαρίτη Μαντζαβελάκη με την «βαλίτσα» μέχρι τους Σαλιαρέλη με τα διαμάντια, τον Κοσκωτά με την τράπεζα, τον καπετάν Γιώργη με τα καράβια, το ντουέτο στην ΑΕΚ που τα εντάλματα για λαθρεμπόριο καυσίμων τους κυνηγούσαν αλλά δεν τους εύρισκαν, τον Μάκαρο με τις πιστόλες, τον Κόκκαλη με τα πάντα, και πάει λέγοντας, όλοι τους πρώτα μεριμνούσαν για τους εξωαγωνιστικούς εκείνους παράγοντες που θα διασφάλιζαν την επιτυχία της ομάδας τους. Ακόμα και ο μπασκετικός Άρης την εποχή της μονοκρατορίας του, δεν έχανε στην Ελλάδα παιγνίδια που ΕΠΡΕΠΕ να χάσει, με την βοήθεια διαιτητών τύπου Δουβή που σήμερα είναι Γ.Γ.Α (τρομάρα του).
Στο ποδόσφαιρο η «προστασία» είναι πιο εύκολη, τα γκολ είναι λίγα, ένα οφσάιντ, ένα φάουλ, ένα πέναλτυ που δίνεται ή δεν δίνεται, και καθαρίζει η μπουγάδα. Τα συμφέροντα είναι μεγάλα και ανάλογες και ποικίλες και οι αμοιβές των «υπηρεσιών», αλλιώς γιατί να ξεκινήσει κανείς να γίνει διαιτητής.
Ξέρετε πριν μπούν στα «σαλόνια» σε τι χωριά έχουν σφυρίξει, τι κυνηγητό (συχνά και ξύλο) έχουν φάει, τι προσβολές έχουν καταπιεί; Ο στόχος όμως κι ο σκοπός αξίζουν την όποια ξεφτύλα.
Κι έρχεται κάποια στιγμή που τα αργύρια θα είναι διαφόρων τύπων, αλλά αργύρια. Το σύστημα ξέρει να ανταμείβει, το έργο ανεβαίνει κάθε χρόνο το ίδιο, οι χορηγοί και τα κανάλια τα σπρώχνουν γερά και πορευόμαστε όλοι στην κοιλάδα των ηλιθίων. Αφού σαν ηλίθιοι ανεχόμαστε και δεχόμαστε τα πάντα στον πολιτικό, κοινωνικό, εργασιακό μας βίο, δεν θα φερθούμε ανάλογα και σε κάτι που στο κάτω κάτω είναι ένα παιγνίδι; Και κάπου κάπου δίνουν πιστοποιητικά τιμιότητας στους εαυτούς τους, ανεχόμενοι και κανέναν άλλο να πάρει λίγη δόξα, λίγη στιγμιαία λάμψη, λίγη χαρά, ΕΝΑΝ ΤΙΤΛΟ!,
Είμαστε το ντεκόρ στις γιορτές τους, το κοινό στις παρελάσεις τους, είμαστε οι αναγκαίοι "μικροί", γιατί όπως τραγουδάει ο Κ. Χατζής «Αν δεν υπήρχαμε εμείς πως θα ξεχώριζαν οι άλλοι, αν δεν υπήρχαν οι μικροί, πώς θα υπήρχαν οι μεγάλοι;»
Και μη σκεφτεί κανείς οτι θέλουμε να γίνουμε "μεγάλοι" στη θέση των "μεγάλων". Δεν θέλουμε να πηγαίνουμε στο γήπεδο ξέροντας οτι θα κερδίσουμε, μας αρέσει η αγωνία, η τίμια μάχη, η τύχη και η ατυχία, οι δίκαιοι πανηγυρισμοί...
Το fair play δεν σημαίνει μόνο να πετάς την μπάλα έξω όταν κάποιος τραυματίζεται...
Οι πανελλήνιες ομάδες του ΠΟΚ δημιουργήθηκαν με κρατική επιλογή για να υπάρχει συνδετικός ιστός της παραμελημένης επαρχίας με το αδηφάγο κέντρο. Αυτό έγινε συστηματικά από τα προπολεμικά χρόνια σε περιορισμένη έκταση λόγω εποχής και διατρανώθηκε στα χρόνια της χούντας στέλνοντας ακόμη και τις εφημερίδες της αθηναϊκής προπαγάνδας με αμάξια της ΚΥΠ και της ΕΣΑ σε απομακρυσμένα χωριά. Έτσι, διατηρούσε ο πεινασμένος επαρχιώτης που προσηλυτιζόταν επαφή με το κέντρο που τον σταύρωνε και αισθανόταν ότι σαν μέρος της εξουσίας περήφανος στο καφενείο και δούλευε αυτούς που έσκαγαν που τελείωναν το παιγνίδι με 9 παίκτες. Πρέπει όμως για να είμαι δίκαιος να ομολογήσω ότι ο ΠΑΟΚ έγινε μεγάλος εξ αιτίας και του νόμου της χούντας και του Ασλανίδη που απαγόρευε τις μεταγραφές παικτών από το βορρά στο νότο και τούμπαλιν. Και φθάνουμε στη σημερινή γελοιότητα, να προτείνει ο δήμαρχος των Αθηναίων ο Ομέρ Πριόνης, την κατάργηση του συντάγματος για να αναγείρει γήπεδο στον Βαρδινογιάννη με δάνειο που θα πάρει ο δήμος για το καλό των πολιτών, με νόμο της βουλής των ξεφτιλισμένων.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣωστά Μιχάλη. Ο νόμος εκείνος υπερασπίστηκε τις επαρχιακές ομάδες να μην χάνουν τους παίκτες τους, εξ άλλου δεν κράτησε πολύ
ΑπάντησηΔιαγραφή